Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
ταβλιστής — dice player masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ταβλιστής — ο, ΝΑ [ταβλίζω] νεοελλ. ταβλαδόρος αρχ. αυτός που παίζει ζάρια … Dictionary of Greek